21/07/2011|13:34
“Το θέμα της «Ασπίς Πρόνοια» παραμένει ζωντανό όχι ως ανάμνηση, αλλά ως υπαρκτό ζήτημα, που δεν έχει επιλυθεί. Δε θα μπορούσε να έχει ξεχαστεί η «αυτοκρατορία» της εταιρείας ούτε και η δόξα του τότε ισχυρού Παύλου Ψωμιάδη, που σήμερα βρίσκεται σε δυσμενή θέση. Δε θα μπορούσε να ξεχαστεί ούτε και το τραγικό, ίσως και επιπόλαιο, τέλος της, ούτε επίσης η προχειρότητα που επέδειξε τότε η κυβέρνηση, αλλά και η αδιαφορία που επιδεικνύει η σημερινή πολιτική κατάσταση.
Οι ασφαλισμένοι, αλλά και οι συνεργάτες της «Ασπίς» βρέθηκαν στο δρόμο και – ακόμα χειρότερα – από τότε μέχρι και σήμερα παλεύουν χωρίς αντίπαλο. Ένα εκατομμύριο ασφαλισμένοι, επί σχεδόν δύο χρόνια, βρίσκονται στον αέρα, έχοντας στα αυτιά τους τις κούφιες διαβεβαιώσεις. Λύση όμως δε φαίνεται από πουθενά. Το οικονομικό, αλλά και κοινωνικό, κόστος είναι ανυπολόγιστο, ενώ εντυπωσιακά προκλητική είναι και η βουβή στάση της πολιτείας.
Μέχρι σήμερα η ασφαλιστική αγορά (οι εταιρείες) έχει χάσει διπλάσια και τριπλάσια των 620 εκατ. ευρώ ποσά – που είναι το «άνοιγμα» της «Ασπίς» σε εξαγορές και διακοπές συμβολαίων – με ταυτόχρονη συνέπεια και την απώλεια των φόρων που θα εισέπραττε το κράτος, αν είχε κινηθεί διαφορετικά.
Παραμένει ακατανόητο το πώς η συντεταγμένη πολιτεία, οι θεσμοί και οι πολιτικοί δεν μπορούν να λύσουν το θέμα των ανθρώπων της «Ασπίς», που είναι πολίτες του ελληνικού κράτους.
Τραγικό όμως είναι και το γεγονός ότι χιλιάδες πολίτες που πλήρωναν για συμβόλαια υγείας, σύνταξης, ανικανότητας, απώλειας ζωής, σήμερα δεν μπορούν να απολαύσουν αυτές τις παροχές, παρόλο που έχουν πληρώσει τα ασφάλιστρά τους και αναμένουν ένα «φως» από την πολιτεία.
Σίγουρα δεν μπορεί να είναι εμπαιγμός, αλλά τείνει να λάβει τέτοιο χαρακτηρισμό ο τρόπος των χειρισμών των πολιτικά αρμοδίων και τα γεγονότα έρχονται να επιβεβαιώσουν όσους μιλούν για «ξεχασμένη υπόθεση». Χαρακτηριστικό είναι ότι στις 24 Ιουνίου ήταν προγραμματισμένη η δίκη του προέδρου της «Ασπίς Πρόνοια» Παύλου Ψωμιάδη, για την πλαστή εγγυητική επιστολή ύψους 500 εκατ. ευρώ.
Και σαφώς, το αποτέλεσμα της δίκης θα ήταν ένα ακόμα βήμα για την εξέλιξη της υπόθεσης. Προς έκπληξη όμως όλων, το υπουργείο Οικονομικών, που ήταν ένας από τους βασικούς κατηγόρους στη δίκη, δεν είχε λάβει καμία ενημέρωση για τη διεξαγωγή της, με αποτέλεσμα ο νομικός εκπρόσωπος του υπουργείου να ζητήσει αναβολή. Κατόπιν αντιδράσεων των παρισταμένων νομικών εκπροσώπων των συλλόγων, ο νομικός εκπρόσωπος ζήτησε διακοπή, ώστε να λάβει γνώση της υπόθεσης εντός εφτά ημερών. Αναρωτιούνται, λοιπόν, οι ατυχείς εγκλωβισμένοι στην υπόθεση: πώς να εμπιστευτούν το ελληνικό δημόσιο, το οποίο βαρύνεται με την ευθύνη της επίλυσης αυτού του πολύκροτου σκανδάλου; Και μετά μιλούν για αγανακτισμένους. Τώρα προωθείται τροπολογία που υπόσχεται λύσεις…”